Την ενισχυτική τρίτη δόση κατά της COVID-19 για την προστασία τόσο από τη λοίμωξη, όσο και από τη σοβαρή νόσηση, ακόμα και από τον θάνατο, θα υιοθετήσουν οι περισσότερες χώρες, εκτίμησε ο Σωτήρης Τσιόδρας.
Μιλώντας στο 34ο Πανελλήνιο Ετήσιο Συνέδριο της Διαβητολογικής Εταιρείας Βόρειας Ελλάδας, ο καθηγητής Παθολογίας Λοιμώξεων διαβεβαίωσε ότι παρά τη μείωση της ανοσίας από το εμβόλιο με την πάροδο του χρόνου, οι εμβολιασμένοι παραμένουν προστατευμένοι από τη σοβαρή νόσηση ή και τον θάνατο.
Παρ΄ όλα αυτά αυξάνεται η πιθανότητα μόλυνσης και σοβαρής νόησης ιδιαίτερα σε όσους έχουν υποκείμενα νοσήματα και είναι μεγάλης ηλικίας.
«Είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι μειώνεται η ανοσία όσον αφορά στη λοίμωξη, διατηρείται όμως η προστασία για σοβαρή λοίμωξη και θάνατο. Και όχι μόνο διατηρείται η προστασία, αλλά ενισχύεται αν κάνουμε τη δόση booster, η οποία προφυλάσσει κατά 11 φορές από την επιβεβαιωμένη λοίμωξη και κατά περίπου 20 φορές από τη σοβαρή λοίμωξη ή και τον θάνατο», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, ο κ. Τσιόδρας δεν παρέλειψε να απευθύνει έκκληση στα άτομα με ιστορικό νόσου και στους άνω των 60, που δεν έχουν ακόμα σηκώσει μανίκι, να σπεύσουν να κλείσουν το ραντεβού τους.
«Εξαιρετικά σημαντικό το εμβόλιο σε άτομα με ιστορικό νόσου»
Ο καθηγητής κατέστησε σαφές πως είναι εξαιρετικά σημαντικό να κάνει το εμβόλιο κάποιος που έχει ιστορικό νόσου, καθώς η COVID-19 έχει τη δυνατότητα να προκαλεί επαναλοίμωξη.
«Φαίνεται ότι αυτός ο ιός, σε σχέση με όλους τους άλλους κορωνοϊούς και τους κορωνοϊούς του κρυολογήματος, έχει τη δυνατότητα να προκαλεί επαναλοίμωξη, ιδιαίτερα σε ενδημικές καταστάσεις και τον χειμώνα - και φέτος βέβαια. Αυτή η πιθανότητα να μολυνθεί ξανά κάποιος που έχει περάσει τη λοίμωξη αυξάνει γύρω στους τρεις μήνες μετά τον υψηλότερο τίτλο αντισωμάτων και βέβαια μέχρι τους 16 μήνες, ένα μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων που έχουν περάσει τον ιό ξανακολλούν», τόνισε.
Εξήγησε, δε, ότι στη χώρα μας ένα ποσοστό 20% ανθρώπων, ηλικίας άνω των 60 ετών, δεν είναι εμβολιασμένοι και συνήθως αυτοί οι άνθρωποι είναι υψηλού κινδύνου.
Όπως άλλωστε σημείωσε, στην Αμερική προχθές, μια από τις δύο εταιρείες που παράγουν εμβόλια κατά της COVID-19 ζήτησε από τον FDA την έγκριση της ενισχυτικής δόσης σε όλους τους ενήλικες άνω των 18 ετών, παρουσιάζοντας δεδομένα από μια μεγάλη μελέτη με 10.000 συμμετέχοντες.
Αναφορικά με τον εμβολιασμό των μικρότερων παιδιών, ο κ. Τσιόδρας ανέφερε ότι στην Αμερική παρουσιάστηκαν μοντέλα του FDA και του CDC σύμφωνα με τα οποία τα παιδιά ηλικίας 5-11 ετών που εμβολιάζονται έχουν λιγότερες πιθανότητες λοίμωξης, νόσου και λιγότερες νοσηλείες, ενώ δόθηκαν οδηγίες για τον εμβολιασμό αυτών των ηλικιών.
«Στην Ευρώπη, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων άρχισε στις 18/10 το review για το εμβόλιο της Pfizer και προχτές για το εμβόλιο της Moderna, και σε δύο μήνες θα έχει αποφασίσει για τη χορήγησή του σε παιδιά 5-11 ετών», είπε.
Σημαντικό να γίνει το εμβόλιο της γρίπης μέσα στον Νοέμβριο
Ο κ. Τσιόδρας στάθηκε επίσης στο γεγονός ότι αυτόν τον χειμώνα, θα υπάρξουν αλληλεπιδράσεις με άλλους ιούς, υπογραμμίζοντας τη σημασία του να γίνει το εμβόλιο της γρίπης μέσα στον Νοέμβριο.
Όσον αφορά, δε, στα νέα φάρμακα για τον κορονοϊό, σημείωσε ότι ήδη εγκρίθηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο την τελευταία εβδομάδα, ενώ γίνονται διακρατικές συμφωνίες για τη χρήση τους.
Πρόσθεσε μάλιστα ότι μπορεί να είναι ακριβά, αλλά είναι λιγότερο ακριβά από άλλα θεραπευτικά σχήματα που προωθούνται, αλλά και ότι αν χορηγηθούν τις πρώτες μέρες, υπάρχει μείωση των νοσηλειών κατά 50%.
Σύμφωνα πάντως με τον καθηγητή, η εξέλιξη του ιού θα είναι αυτή που θα επηρεάσει βραχυπρόθεσμα το τι θα γίνει.
«Αυτή τη στιγμή, είναι σημαντικό ότι δεν έχουμε παραλλαγές για σοβαρή νόσο και θάνατο να διαφεύγουν. Παρόλα αυτά μειώνεται η ανοσία και αυτό είναι σημαντικό και νομίζω πως θα οδηγήσει τελικά τις περισσότερες χώρες στην υιοθέτηση μιας τρίτης δόσης ως προστασία όχι μόνο από τη φυσική λοίμωξη -νομίζω είναι αδύνατο να πετύχει κανείς την κατάργηση της μετάδοσης- όσο από τη σοβαρή νόσο και τον θάνατο», είπε.
Καταλήγοντας, αφού συνέστησε την τήρηση μέτρων, όπως τη χρήση μάσκας σε εσωτερικούς χώρους, την υγιεινή των χεριών και τον αυξημένο έλεγχο με τεστ που «μαζί με τον εμβολιασμό θα βοηθήσουν να περάσουμε έναν πολύ δύσκολο χειμώνα, όπου σύμφωνα με τις προβλέψεις του ευρωπαϊκό CDC θα υπάρχουν μεγάλα κύματα», σημείωσε ότι «τα κύματα αυτά θα έχουν όσο τον δυνατόν λιγότερες επιπτώσεις, αν έχει εμβολιαστική κάλυψη πάνω από το 75% του πληθυσμού και ακόμα μικρότερες, αν η κάλυψη ξεπεράσει το 85%».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου